Wednesday, January 25, 2006

μία ροπή



όλη νύχτα φώναζε τ’ αδέρφια της θάνο κώστα νίκη μαίρη. στις πέντε το πρωί γιορτή του πιο μικρού και χαϊδεμένου, του ομορφόπαιδου, ησύχασε. μόλις πρόλαβα να την δω πριν την πάρουν κλείνοντας διακριτικά τις μεσόπορτες καθήστε παρακαλώ λίγο μέσα. την άλλη μέρα έξω απ’ τον νεκροθάλαμο οι εργάτες μιλούν για σκάντζες νεκρών και φερέτρων [τη δουλειά τους κάνουνε]. μες στο χώμα έσπασα μια μικρή σοκολάτα "υγείας" - που μας είχε φιλέψει την τελευταία φορά που βγήκαμε έξω. την παράλλη λιακάδα πάλι, έφτασα νωρίς έστρωσα προσεκτικά όλο το φρέσκο χώμα με λουλούδια από τις ανθοδέσμες που τις είχαν απιθώσει με τα σελλοφάν, κι απ’ τα σωρευμένα πιο πέρα στέφανα [οφηλία στη γη]. μόλις άρχισε ο παπάς μια αναφουφουλιασμένη δεκοχτούρα έκατσε στον διπλανό σταυρό και κοίταζε ύστερα ένας κοκκινολαίμης. κι αφού σκορπίσαμε το στάρι μι’ άλλη δεκοχτούρα ήρθε και τσιμπολόγησε. κάτι θά ’χε μυριστεί κι η πρώτη λέω

0 Comments:

Post a Comment

<< Home