έφταιγε η πανσέληνος -γιατί ζέστη δεν έκανε χτες-, η πείνα, οι
βάρβαροι του γκόρκι, σε σκηνοθεσία του ερίκ λακασκάντ, με το θέατρο της νορμανδίας - έργο μάλλον σχηματικό, ένας τσέχοφ δίχως αμφισημίες και δίχως βάθος, με μπόλικο διδακτισμό, αλλά και απολαυστικό 'ρώσικο' συναισθηματισμό, που τον επωμίσθηκαν υποδειγματικά οι εξαιρετικοί ηθοποιοί, 'γεμίζοντας' όλον τον χώρο του ηρωδείου, σε μια δύσκολη ισορροπία μπουφφονερίας και ποίησης; πάντως ύπνος δεν μ' έπαιρνε. ούτε τα ποιήματα των τανγκ, ούτε το
περί φωτογραφίας της σόνταγκ βοήθησε.
σηκώθηκα. ανέσυρα την
επιείκεια του τίτου -τελευταία όπερα του μότσαρτ, όπου γι' άλλη μια φορά, αλλά πιο εντυπωσιακά παρά ποτέ, θριαμβεύει η συγγνώμη- με τον αρνονκούρ, την έβαλα να παίζει, έφαγα ένα γιαούρτι με μαρμελάδα από αγριοφράουλες, και λίγα γλυκά κρητικά παξιμάδια με αμύγδαλο. όταν κοιμήθηκα, ονειρεύτηκα ένα υπέροχο δαιδαλώδες κοινόβιο, με θέα σε βράχους και θάλασσα, γεμάτο ενδιαφέροντα πρόσωπα.