η αργία των εορτών της αλλαγής του χρόνου πέρασε, αλλά η απόλαυση μένει:
- ο νέος δίσκος της μαρίας μουμβάκη:
το τερραίν του παραδείσου [σείριος]. νομίζω πως από τον
καρυωτάκη της πλάτωνος έχω ν' ακούσω έναν τόσο ενδιαφέροντα –στο σύνολό του: γιατί κι οι
μήνες του παπαδημητρίου προ δεκαετίας είχαν καλές στιγμές, ή έτσι μου φάνηκε τότε– δίσκο με μελοποιημένη ποίηση. η ηλεκτρονική, 'αντιποιητική' μουσική, η 'πεζή', τρυφερά ειρωνική ερμηνεία, συνθέτουν κάτι χαμηλόφωνα συναρπαστικό
- ο αλκίνοος ιωαννίδης στο
παραμύθι χωρίς όνομα, τον
ματωμένο γάμο και τον
κύκλο με την κιμωλία του μάνου χατζιδάκι, με την φροντίδα του νίκου κυπουργού [σείριος]: μια 'χατζιδακική' φωνή, 'γυμνή' αλλ' ικανότατη –σε αντίθεση με αρκετές τις οποίες χρησιμοποίησε ο ίδιος ο συνθέτης– σε μια πολύ ώριμη στιγμή της
- τα δύο πρώτα τεύχη απάντων των έργων του john dowland [1563-1626] για λαούτο, με τον nigel north [naxos]: το πρώτο, πέρα απ' το λεπτό παίξιμο, την αίσθηση αυτοσχεδιαστικής μαεστρίας, και την άψογη, χωρίς ξηρότητα, ηχογράφηση, αναδεικνύει το θαυμάσιο χιούμορ ερμηνευτή και συνθέτη, ιδιότητα όχι τόσο τονισμένη, μιας και το γνωστότερο έργο του ελισσαβετιανού ντόουλαντ, τα
lachrymae, όντως μπορούν να σε κάνουν να πλαντάξεις. αυτά περιέχονται στο δεύτερο τεύχος, μαζί και με άλλα έργα, που 'αλαφραίνουν' κάπως την ατμόσφαιρα: όλα πάντως παιγμένα χωρίς μελοδραματισμό, αλλά με πραγματική, αυστηρή θλίψη. [πρόταση: ακούστε αυτό το δεύτερο cd 'ανακατεμένο' με το
hejira της joni mitchell…]
- ο
μεσσίας του χαίντελ τραγουδισμένος εξ ολοκλήρου από φωνές ανδρών και αγοριών –όπως πρωτοσυνέβη, παρουσία του συνθέτη, στο λονδίνο το 1751– με την χορωδία του new college της οξφόρδης, και την academy of ancient music, υπό τον ακαταπόνητο edward higginbottom [naxos]: έργο που συνεχώς ταλαντεύεται μεταξύ του ευφρόσυνου και του σχεδόν gothικά ζοφερού. εξαίσιες φωνές σε μια ισορροπημένη, δραματικά και υφολογικά, ερμηνεία, από μια χορωδία που, μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, τραγουδά θρησκευτική μουσική –στο τοσοδά παρεκκλήσι του κολλεγίου της– με ενθουσιασμό και αγάπη που συνεπαίρνουν. [επί τη ευκαιρία, η πρώτη –
agnus dei– από τις δύο παλιότερες συλλογές δημοφιλών αλλά και λιγότερο γνωστών χορωδιακών έργων από τους ίδιους συντελεστές [erato], είναι διαχρονικώς σταθερό καταφύγιο 'comfort music' υψηλής ποιότητας…]
- η γαλλική εκδοχή του
ορφέας και ευρυδίκη του γκλουκ με τρεις από τους καλύτερους σημερινούς τραγουδιστές του γαλλόφωνου μπαρόκ [jean-paul fouchecourt – ορφέας, catherine dubosc – ευρυδίκη, suzie le blanc – έρως] και ένα αξιολογότατο, προηγουμένως άγνωστό μου, σχήμα με όργανα εποχής, την opera lafayette orchestra & chorus, υπό τον ryan brown [naxos]: ένα έργο βουτηγμένο στην ερωτική θλίψη [παρά το πρωτοφανές χάππυ εντ], υπέροχης μουσικότητας, παρά την 'στατικότητά του, σε μια ερμηνεία δραματική και δροσερή στις σωστές δόσεις. [ειδικά για όσους σπεύσαμε στην εθνική λυρική σκηνή, για να βρεθούμε αντιμέτωποι με μια συμπαθή και εμπνευσμένη σκηνοθεσία, ανεπαρκώς αφομοιωμένη όμως, μιαν ανύπαρκτη χορογραφία, και τις δύο ελληνίδες τραγουδίστριες –δυσάρεστα όσο και αναπάντεχα– παντελώς ακατάλληλες για τους ρόλους τους, τόσο ως προς την παραγωγή της φωνής, όσο και το ύφος. ο καναδός τενόρος, παρά την 'μικρή' φωνή και την άχρωμη ερμηνεία, τουλάχιστον 'τα είπε' [σωστά]]
- το δεύτερο τεύχος της σειράς 'j.s. bach – piano transcriptions' [καλύτερο, νομίζω, απ' το πρώτο], με σπουδαίους πιανίστες του πρώτου μισού του 20ού αιώνα [naxos]. μπορούμε να συζητάμε ώς το ξημέρωμα για την χρήση του πιάνου στον μπαχ, αλλά το αποτέλεσμα πείθει και, κυρίως, τέρπει: λίγο οι ενδιαφέρουσες μεταγραφές, λίγο το γνωστό –κι ας μην είναι ιδιαίτερα πειστικό– επιχείρημα πως ο μπαχ δεν έγραφε για συγκεκριμένο όργανο, και πολύ [πάρα πολύ] η αξία των ίδιων των μουσικών, που, 'εκείνη την εποχή', αγαπούσαν και ζούσαν για καιρό με τα έργα που έπαιζαν, ενώ ηχογραφούνταν τελικά μόνο οι καλύτερες 'συναντήσεις' ερμηνευτή και έργου [όπως εξάλλου συνέβαινε και με τα καθ' ημάς 45άρια του λαϊκού τραγουδιού – εξού και τα τόσο διαμάντια]
υ.γ.: παραταύτα, δεν παίρνω ποσοστά ούτε από τον 'σείριο' –που θαυμάζω και υποστηρίζω για προφανείς λόγους– αλλ' ούτε κι απ' την 'naxos' [ούτε και από την 'λέσχη του δίσκου' που εισάγει τους δίσκους της: προτιμώ να αγοράζω τις εκδόσεις αυτής της εταιρείας από την 'πολιτεία', που χρεώνει τα ίδια, χωρίς το ανέκδοτο του 'μέλους']. εκτιμώ όμως ιδιαιτέρως την πολιτική της: στην σεμνή κοστολόγηση των δίσκων [ναι, εν μέρει συνέπεια του ότι οι καλλιτέχνες πληρώνονται εφάπαξ, χωρίς δικαιώματα επί των ηχογραφήσεων – αλλά ενήλικες είναι: δεν τους εξαναγκάζει κανείς], στο ευρύ ρεπερτόριο, όσο και στην ανάθεση της επιμέλειας επανεκδόσεων παλιών ηχογραφήσεων στους καλύτερους τεχνίτες
*well, almost :-)
Labels: music