μιά καλή έναρξη στις φετινές 'νύχτες πρεμιέρας'
το
ciao του yen tan αποδεικνύει πως, με απλώς επαρκείς ηθοποιούς και προσεκτική φωτογραφία -γιά να μην κραυγάζουν οι αδυναμίες της ψηφιακής εικόνας- μπορείς να κάνεις μιά στέρεη, συγκινητική χωρίς να γίνεται μελό, καλή ταινία - αρκεί να έχεις ένα σφιχτό, καλοφτιαγμένο, σχετικά πρωτότυπο, αλλ' όχι τραβηγμένο, σενάριο, με σαφείς προθέσεις, και να μην ξεχνάς πως ο κινηματογράφος είναι πρωτίστως κινούμενες
εικόνες. οι αρετές του σεναρίου ήταν πασιφανείς - θα επιμείνω μόνο λίγο στην σημασία της εικόνας ως του βασικού μέσου να αφηγηθείς και να υπαινιχθείς, που δεν λησμόνησε -όπως πλείστοι όσοι ανεξάρτητοι αμερικανοί- ο γιέν ταν: π.χ. στην κορύφωση του έργου, με το βιντεάκι του θανόντος να τραγουδά, ή στά τελικά πλάνα της ταινίας
[ανεκδοτολογικά, έχουν πολύ ενδιαφέρον οι
σημειώσεις του σκηνοθέτη γιά την καταγωγή της ταινίας, και τα γυρίσματα..]
το
better things, την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του duane hopkins, την περίμενα πώς και τι. πέφτοντας τυχαία πάνω στο
field [πάλι στις 'νύχτες πρεμιέρας', το 2002;], είχα μείνει με το στόμα ανοιχτό: ασυνήθιστα 'απλή' φωτογραφία, λιγοστές λέξεις, η ανεξήγητη [;] παιδική βία. το
love me or leave me alone, αργότερα, στα ίδια χνάρια, αν και λιγότερο δυνατό. δυστυχώς, δεν νομίζω πως αυτός ο κινηματογραφικός του τρόπος -κοφτό μοντάζ, σχεδόν ακίνητη κάμερα, συχνότατα ακίνητοι ηθοποιοί- κατάφερε να λειτουργήσει με την ίδια επιτυχία και στο μεγάλο μήκος. υπάρχει πάντα η ενδιαφέρουσα ματιά - που έχει όμως ήδη αρχίσει να διαβρώνεται από ολισθήματα στην καλλιγραφία [π.χ. τα χελιδονάκια στο πιάτο με τα ψίχουλα, μετά την λέξη "αγάπη"]. όμως ο χειρισμός του χρόνου -ας θυμηθούμε τον μάστορα ταρκόφσκι, αλλά και τον 'πρόγονο' του hopkins, terence davies- μου μοιάζει προβληματικός: ο τόσος κατατεμαχισμός του εξαφανίζει τον οιονδήποτε ρυθμό, υποβιβάζοντας την ταινία σε μιάν ασπόνδυλη σειρά από ωραία πλάνα, και ενίοτε ενδιαφέροντες συνειρμούς
Labels: film